Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

ΧΥΤΑ και ΓΛΑΡΟΙ - ΣΚΟΥΠIΔΙΑ και ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ

Γράφει ο Ν. Κατσόγιαννος
 
Μία γραφική εικόνα οδοκαθαριστού του 19ου αι. σε κάποιο δρόμο του Λονδίνου.
       Εικόνα συμπολίτη, όχι σπάνια, σε αναζήτηση τροφής πάνω από κάποιο κάδο απορριμμάτων, στάθηκε η αφορμή για μια διαχρονική αναδρομή σχετικά με την καθαριότητα της πόλης.        
      Προτού αναφερθούμε στις παλιές σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες για τη συλλογή και καθαρισμό των δρόμων, θεωρήσαμε σκόπιμο να επισκεφτούμε μια μέρα με τον άλλοτε αντιδήμαρχο καθαριότητας το κ. Θεόδωρο Σπανό το χώρο της Παλιοσαμαρίνας, όπου ο ΧΥΤΑ (Χώρος Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων).  Πρώτος σταθμός (Σ. Μ. Α.) για την απόρριψη των σκουπιδιών από τα δεκάδες απορριμματοφόρα των νομών Τρικάλων και Καρδίτσας βρίσκεται στον περιφερειακό δρόμο Λάρισας – Πύλης. Στη συνέχεια από τις ειδικές εκεί εγκαταστάσεις μεταφορτώνονται σε μεγαλυτέρου όγκου απορριμματοφόρα και μετά από μία διαδρομή 15 χιλιομέτρων τα εναποθέτουν στο χώρο του ΧΥΤΑ. Βρίσκεται ανατολικά της πόλεως, στα Χάσια σ’ ένα μικρό βαθούλωμα του χώρου, που παλιότερα αποτελούσε σημαντικό χειμαδιό των ορεινών τσοπάνηδων. Από την πρώτη στιγμή το βλέμμα σου αιχμαλωτίζει η παρουσία χιλιάδων γλάρων από τους οποίους ένας μεγάλος αριθμός τεμπελιάζει στο διαμορφωμένο χώρο, άλλοι βρίσκονται στα  διασκορπισμένα σκουπίδια και δεκάδες άλλοι με φτερουγίσματα και έντονες βραχνές φωνές πάνω από τα απορριμματοφόρα τις στιγμές που έρχονται και  αδειάζουν τα σκουπίδια.
 
Εικόνα από τον πρώτο χώρο συγκέντρωσης των σκουπιδιών Τρικάλων και Καρδίτσας.
           

         Μια εικόνα αλλοτινή για τους στεριανούς που πάντα η παρουσία τους φέρνει στο νου θάλασσα και παραλίες και πολλές φορές εναέριους συντρόφους σε θαλασσινά ταξίδια. Η μεγάλη αδηφαγία του τον κάνει τακτικά «ξενιτεμένο» το χειμώνα σε τοποθεσίες όπου υπάρχει άφθονο «φαγητό» όπως του δικού μας ΧΥΤΑ. Εμφανίζονται από τα χαράματα και φεύγουν τις απογευματινές ώρες, ήτοι προς τη θάλασσα, ήτοι προς κάποιο ποτάμι. Η παρουσία τους εκεί είναι μόνο το χειμώνα, το καλοκαίρι επιστρέφουν στη θάλασσα και σταθήκαμε τυχεροί για την παρουσία τους εκεί  μη γνωρίζοντες τις ιδιαιτερότητές τους  όπως μας είπε ο φύλακας του χώρου.
 
Εικόνα από τον πρώτο χώρο συγκέντρωσης των σκουπιδιών Τρικάλων και Καρδίτσας.
    
       Η φωτογραφίες που παραθέτουμε είναι αδιάψευστος μάρτυρας της παρουσίας τους εκεί,  ως  και των σύγχρονων εργασιών που γίνονται για την επέκτασή του.         
       Τους γλάρους τους αναφέρει και ο Αριστοτέλης με τη λέξη λάρος  και χαρακτηρίζει τους αδηφάγους και άρπαγας ανθρώπους (Όρνιθες 567, 591 ). Όπως αναφέραμε, διακρίνεται για την παροιμιώδη αδηφαγία, αλλά συγχρόνως και για υπερβολικό φόβο σε περίπτωση εμφάνισης κάποιου εχθρού. Το γένος περιλαμβάνει 45 είδη και συνήθως τρέφονται με ψάρια και μαλάκια που τα βρίσκουν κατά την άμπωτη, ή  στην επιφάνεια της θάλασσας. Συνήθως τους βρίσκουμε να βαδίζουν στις ακτές της θάλασσας κατά ομάδας ή μένουν ακίνητοι αρκετή ώρα πάνω από τη θάλασσα.
       Το κρέας του έχει κακή γεύση και ο μωσαϊκός νόμος απαγορεύει τη χρήση του. Μερικοί από του μεγάλους  αρπάζουν ακόμα και τα αβγά και του νεοσσούς άλλων πουλιών, ακόμα και του δικού του είδους.
        Μετά τη σύντομη αναφορά μας για το ΧΥΤΑ της Παλιοσαμαρίνας, ο διαχρονικός μας περίπατος θα μας φέρει δεκάδες χρόνια πίσω στα τελευταία χρόνια  της Τουρκοκρατίας, σε μια  πόλη πιο μικρή τα Τρίκαλα, φτωχική και με άλλα μέσα εξυπηρέτησης. Μόνο κάποιες σύντομες περιγραφές έχουμε από ξένους περιηγητές για την εικόνα της πόλης.
 
Εικόνα από τον πρώτο χώρο συγκέντρωσης των σκουπιδιών Τρικάλων και Καρδίτσας.
       Κάνοντας μια παρένθεση στο θέμα της καθαριότητας, θα αναφερθούμε σ’ ένα από τους δώδεκα άθλους του Ηρακλή, όταν διατάχθηκε να καθαρίσει τους στάβλους του βασιλιά των Επειών (Ήλιδος) Αυγείου, και το έργο αυτό ήταν ο πέμπτος άθλος του.
       Το εκτέλεσε, αφού παροχέτευσε στους στάβλους νερό από τους εκεί πλησίον ρέοντας ποταμούς, Αλφειό και Πηνειό. Επειδή όμως προ της εκτέλεσης του έργου ο Ηρακλής είχε ζητήσει ως αμοιβή από τον Αυγείο, το δέκατο από τα πολυάριθμα βόδια και πρόβατα και  επειδή ο Αυγείας δεν κράτησε την υπόσχεσή του, δεν αποδέχθηκε την εκτέλεση του έργου ως ένα από τους άθλους, ισχυριζόμενος ότι ο Ηρακλής  έκανε το έργο κατόπιν αμοιβής.     
      Η κόπρος του Αυγείου, όπως και άλλοι έντεκα έχουν μεταφορική σημασία. Και στο μύθο του Αυγείου, του γιου του Ηλίου, που είχε πολυάριθμες αγελάδες και πρόβατα, όπως και ο πατέρας του  και 12 λευκούς ως κύκνους ταύρους αφιερωμένους στον πατέρα του. Είναι καταφανής ο χαρακτήρας του Ηρακλή, προσωποποίηση του ανοιξιάτικου ήλιου, που σε μια ημέρα καθαρίζει τον ουρανό, τον οποίον όπως στον  στάβλο είχε γεμίσει από κοπριές κατά τον χειμώνα, έτσι και στον κλειστό χώρο με υγρασία και παγωνιά.      
      Η καθαριότητα, η λεγόμενη πάστρα, είναι ένας γενικός όρος,  σε σμικρογραφία την ευθύνη στο σπίτι την έχει η νοικοκυρά, για την πόλη ο Δήμος. Έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι πέραν της οπτικής εικόνας, έχει επιπτώσεις και στην υγεία των ανθρώπων. Εκτελεστικά όργανα είναι οι οδοκαθαριστές, που παλιότερα κακώς περιφρονητικά τους αποκαλούσαν σκουπιδιάρηδες.
 
Εικόνα από το χώρο του ΧΥΤΑ (Χώρος Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων) στην Παλιοσαμαρίνα.
     Η πόλη μας για πολλά χρόνια και μετά την απελευθέρωση εξακολουθούσε να διατηρεί το παλιό της χρώμα με τα στενά δρομάκια, τη λασπουριά και κάθε είδους ακαθαρσίες  από τα πολλά ζώα που κυκλοφορούσαν ανενόχλητα στους δρόμους. Τα πρώτα άσχημα λόγια για την πόλη μας τα έχουμε από  τον  περιηγητής Μπγέρνστολ το 1779, όπου ήταν εμφανής η παρακμή των Οθωμανών και η καθαριότητα αποτελούσε πολυτέλεια. Ένας άλλος περιηγητής ο Ζώτος Μολοσσός που πέρασε λίγα χρόνια πριν από την απελευθέρωση, αναφέρει ότι τα σπίτια ήταν ρυπαρά, ως επίσης οι δρόμοι και οι κοινόχρηστοι χώροι.
       Οι πρώτοι Έλληνες δήμαρχοι της πόλης, Ραδινός, Κανούτας, συνάντησαν πολλά προβλήματα και δυσκολίες, ειδικά γύρω από την καθαριότητα. Η κακοδαιμονία δεν προερχόταν μόνο από την πλημμελή λειτουργία των υπηρεσιών, αλλά και στις από χρόνια κακές συνήθειες των κατοίκων. Η βρωμιά ήταν εμφανής παντού, στους δρόμους, στο ποτάμι, στις αλάνες και περισσότερο έντονη στα υπαίθρια δημοτικά και παράνομα ουρητήρια. Για τα κάθε είδους προβλήματα της πόλης και ειδικά της καθαριότητας οι Τρικαλινοί  μάθαιναν τώρα από τις πρώτες εφημερίδες  Φάρος του Ολύμπου, Οι Εργάται, Τρίκκαλα, Κόπανος, Τρίκκη, Φρουρός  κ.τ.λ. 
      Η πόλη μας ακολουθώντας το παράδειγμα των άλλων πόλεων της παλιάς Ελλάδας, έθεσε από την πρώτη στιγμή τις βάσεις δημιουργίας υπηρεσίας καθαριότητας σύμφωνα με κάποιους κανονισμούς και  διατάξεις.  Έτσι λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση  (1881 ), με την υπ. 56\23-1-1882 συμβολαιογραφική πράξη του συμβολαιογράφου Ι. Χατζηγώγου και δήμαρχο ακόμα τον Τούρκο Καδρί μπέη, υπογράφτηκε το πρώτο συμφωνητικό για την καθαριότητα μετά τριών αμαξηλατών κατοίκων Αγίας Μονής, των Νικολάου Καραούλη, Παναγιώτη Ρούση και Ευσταθίου Στραπάτσα. Εξ αυτών ο πρώτος παραχωρεί στους τελευταίους μειοδότες την ενοικίαση τεσσάρων κάρων που θα χρησιμοποιηθούν για τον καθαρισμό της πόλης για ένα χρόνο. Θα εργάζονται όλες τις ημέρες της εβδομάδας πλην της Κυριακής και της Δευτέρας. Το μεν χειμώνα 7 ώρες, το δε καλοκαίρι 8. Το μέρος εναπόθεσης των σκουπιδιών θα γίνεται κατόπιν υπόδειξης της αστυνομίας. Εάν δεν εργασθούν μία ημέρα θα έχουν πρόστιμο 30 δρχ.
 
Εικόνα από το χώρο του ΧΥΤΑ (Χώρος Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων) στην Παλιοσαμαρίνα.
         Τακτικά είναι τα σχόλια για τη μεγάλη βρωμιά που επικρατεί σε διάφορα τμήματα της πόλης και ιδιαίτερα στο Τρικκαίογλου, όπου οι κάτοικοι πετάνε στους δρόμους κάθε ψόφιο τετράποδο, με συνέπεια όλη η γειτονιά να μυρίζει άσχημα όπως μας το αναφέρει η εφημερίδα ΄΄Τρίκκαλα΄΄ στις 12-5-1883.
   Παρακαλούμεν την εκτελούσαν  χρέη αστυνομίας χωροφυλακήν να επιστήση συντονωτέραν την προσοχήν της ως προς την καθαριότητα της πόλεως. Ιδίως η συνοικία ΄΄Τρικκαίογλου ΄΄κατέστη κοπρών αδιάβατος, διότι πνίγεταί τις εκ της αφορήτου δυσωδίας. Όρνιθες και άλλα παντός είδους όρνεα και τετράποδα θνησιμαία ρίπτονται εις τας οδούς, άτινα σηπόμενα ώζουσιν αφορήτως, ουδείς δε εκ των ευαισθήτων κατοίκων της συνοικίας ταύτης αισθάνεται τον επαπειλούμενον κίνδυνον της υγείας των.
      Η ίδια εφημερίδα σε μια άλλη «ξενάγηση» αναφέρει ότι οι κάτοικοι της συνοικίας Μπάρας ήταν αγανακτισμένοι καθότι οι σκουπιδιάροι καροτσέρηδες έρχονται με τα κάρα τους και αδειάζουν εκεί τα σκουπίδια.
      Και η άλλη εφημερίδα της πόλης «Οι Εργάται» σε καυστικό σχόλιο …[…] ανά παν βήμα αναπνέει τις δυσωδίες, και κινδυνεύει να εμπέση εις τους ένθεν κ’ εκείθεν σχηματισθέντας μικρούς λάκκους τους πλήρεις βορβόρου.

Εικόνα από το χώρο του ΧΥΤΑ (Χώρος Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων) στην Παλιοσαμαρίνα.

       Αλλά και η άλλη εφημερίδα της πόλης Φάρος του Ολύμπου κατηγορεί τον δήμαρχο Ραδινό και επισημάνει να μην ασχολείται μόνο με εμπορικές δραστηριότης, αλλά και με την καθαριότητα και να πάψει όπως λένε οι αντίπαλοί να κοιμάται…
         Η ίδια εφημερίδα τον Αύγουστο του 1886 τον ειρωνεύεται λέγοντας ότι οι άνθρωποι που κατοικούν στην περιοχή του μικρού βάλτου της Βουβής, σήμερα το σούπερ – μάρκετ του Βερόπουλου, είναι πολύ ευτυχισμένοι καθότι τα βράδια απολαμβάνουν το «κ ε λ ά δ η μ α» των εκατοντάδων βατράχων. 
 
Ένα από τα παλιά μονόκαρα που χρησιμοποιούσε ο Δήμος για τη συλλογή των σκουπιδιών.
       Ένα χρόνο αργότερα από το παραπάνω σχόλιο μία άλλη εφημερίδα της πόλης με τον υπονοούμενο τίτλο «Κόπανος» κατηγορεί την π ε φ ω τ  ι σ μ έ ν η αστυνομία για την αδιαφορία της στα πολλά ανθρώπινα κόκκαλα που υπάρχουν στους δρόμους και τα κλωτσούν οι άνθρωποι και δεν έχει σημασία που αυτά είναι τούρκικα ( 2-11-1887 ).
    Πρόσθετα αναφέρουμε ότι όλα τα χρόνια που η συγκομιδή σκουπιδιών γίνονταν με κάρα, έπρεπε οι καροτσέρηδες κατά τη διέλευση στους δρόμους να έχουν μαζί τους ένα κουδουνάκι και να το κτυπούν κατά διαστήματα φωνάζοντας συγχρόνως, ο σκουπιδιάρηηης ! ! ! 
 
Ένα σπάνιο τοπίο με φόντο το Ληθαίο. 
Δεξιά μία συμπολίτισσα ετοιμάζει τη μπουγάδα της και λίγο πιο κάτω, 
η παλιά βρύση της Μαρούγγινας.
                                                                                                     
       Τα κουδουνάκια και οι φωνές των οδοκαθαριστών για τελευταία φορά ακούστηκαν στις τρεις μικρές συνοικίες της πόλης, το Βαρούσι, τα Κουτσομύλια και τα Αραπάτικα, όπου η καθαριότητα γίνονταν ακόμα με κάρα και με καροτσέρηδες τους Αν. Δεδούση, Χαρ. Σακουβέλα και Βιδάλη. Τα δύο δούλεψαν μέχρι το 1964 μέχρι την εποχή που άρχισαν να ξηλώνονται τα καλντερίμια στο Βαρούσι. Το τελευταίο κάρο καθαριότητας με καροτσέρη τον Αν. Δεδούση σταμάτησε να δουλεύει το 1965. Στο «στόλο» των κάρων  από τη δεκαετία του 1940 προστέθηκαν δύο μικρά αυτοκίνητα και λίγο καιρό αργότερα και ένα τρίτο τύπου σεβρολέτ.
    Για το κουδουνάκι που αναφέρουμε και ήταν υποχρεωτικό, το βρίσκουμε καταγεγραμμένο στην υπ’ αριθ. 9837/ 1-3-1893. συμβολαιογραφική πράξη του συμβολαιογράφου Τρικάλων Αρσενίου Αρσενιάδη.΄΄[…] Ο εργολάβος υποχρεούται να θέση εις έκαστον κάρρον καθαριότητος κώδωνα μεγάλον και να περιέρχεται τας οδούς καθ’ εκάστην καλών διά κωδωνοκρουσίας τους εν ταις οικίαις και καταστήματα οικούντες και εργαζομένους να φέρωσιν οικειοθελώς τας συνεγμένας ακαθαρσίας, ας θέλει εναποθέτει εντός των κάρρων και ρίπτει εις τα ορισθησόμενα αυτώ υπό της αστυνομίας και της Δημαρχίας μέρη…          
        Ανάλογες συμβολαιογραφικές πράξεις γίνονταν ακόμα και μέχρι τη δεκαετία του 1940, επίσης για το φωτισμό και χρόνια αργότερα από τις αρχές του 19ου αι. με τη δημιουργία των νέων δρόμων,  για το κατάβρεγμα των δρόμων με τον αρχικά ιππήλατο καταβρεχτήρα. Οι συμβολαιογραφικές πράξεις με το πέρασμα του χρόνου και την οργάνωση της υπηρεσίας μετατράπηκαν σε μικρούς διαγωνισμούς. Μία τέτοια μας αναφέρει η «Αναγέννησις» στο φύλλο της 11-9-1947.
Τσιγγάνα από τα Φάρσαλα στη κεντρική πλατεία σε ώρα θηλασμού.

                                      Τα  κάρρα  της  Δημαρχίας
      «Υπό του Δήμου Τρικκαίων ανακοινούται ότι, την 12ην του μηνός Σεπτεμβρίου 1947 ημέραν Παρασκευήν και ώραν 11-12 π. μ. εκτίθεται εις μειοδοτικήν δημοπρασίαν η προμήθεια δύο κάρρων προς χρήσιν της υπηρεσίας καθαριότητος». 
      Τακτικά τα σχόλια των εφημερίδων για τη βρώμικη κατάσταση που επικρατούσε στα πρόχειρα κρεοπωλεία και λαχανοπωλεία που είχε κατασκευάσει ο Δήμος ανατολικά του ποταμού ανάμεσα από τις δύο κεντρικές γέφυρες. ένας  χώρος ακαθαρσιών και δυσωδιών. Ανάλογη ήταν και η  κατάσταση που επικρατούσε στις όχθες του Ληθαίου με την πυκνή βλάστηση με περισσότερα τα γουμαράγκαθα που σε ειρωνικό σχόλιο της εφημερίδας «Αναγέννησις» στις 14-5-1910 αποτελούσαν για το δήμαρχο καλλωπιστικά φυτά.
Ένας γραφικός οδοκαθαριστής μπροστά  από την πλατεία Χατζηπέτρου (φ.1987).

                                            Τα γουμαράγκαθα
    «Δεν γνωρίζωμεν αν υπέπεσεν εις την αντίληψιν της καλαισθητικότητος του κ. Δημάρχου μας τα εις τας όχθας του Ληθαίου αναφυέντα γουμαράγκαθα τα οποία πείθουν τον παρατηρητήν ότι ευρίσκεται ουχί εις την πόλιν γιγαντιαίοις βήμασι χωρούσαν προς την πρόοδον, αλλά εις τόπον άγριον».
       Μεγάλο πρόβλημα από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν και οι πλανόδιοι γύφτοι, οι οποίοι ακόμα και μέχρι τα τελευταία χρόνια στρατοπέδευαν στις πλατείες και σε δημόσιες εκτάσεις προκαλώντας μεγάλη βρωμιά με τα αποφάγια και άλλα άχρηστα υλικά. Τέτοια σημεία ήταν τα άλλοτε βαρκά της Αγίας Μονής, του Πυργετού, του Πύργου, της Μπάρας, των Κουτσομυλίων κ. ά. Περιφρονούσαν όπως και σήμερα οτιδήποτε έχει σχέση με την καθαριότητα. Σήμερα σπάνια συναντάς τσιγγάνους αραγμένους στα παρτέρια της κεντρικής πλατείας. Μία ανάλογη εικόνα σε μικρογραφία αντικρίσαμε στην κεντρική πλατεία στις 14-7-2011, όπου τσιγγάνα από τα Φάρσαλα θήλαζε αμέριμνη το μωρό της.  
       Στα σκουπίδια των δρόμων και στις άλλες  ακαθαρσίες προστίθενταν επίσης και τα κόπρανα από τα εκατοντάδες οικόσιτα ζώα και από άλλα περιφερόμενα τετράποδα, γουρούνια, σκυλιά κ.ά. Μεγάλο ήταν και το πρόβλημα των δηλητηριασμένων σκυλιών στους δρόμους  που δεν προέρχονταν μόνο από τους ανθρώπους αλλά και από την αστυνομία. 

Μία σπάνια εικόνα από τη διέλευση καραβανιού έξω από την εκκλησία του Αγίου Κων\νου (Αρχείο Χρ. Πολύση).

                                  ΔΙΑ ΤΟΝ κ. ΑΣΤΥΝΟΜΟΝ
         Παρακαλούμεν θερμώς, όπως θέση εις εφαρμογήν τον νόμον περί δηλητηριάσεως των αδεσπότων κυνών, διότι η αγορά και αι συνοικίαι βρίθουσιν τοιούτων παντός είδους («Αναγέννησις»  21-9-1902 ).                                                                                 
        Μέσα σ’ όλα τα αναφερόμενα τακτικά προστίθενταν και τα ακάθαρτα νερά από τις μπουγάδες των γυναικών που κυλούσαν στους δρόμους όπως μας το αναφέρει το ΄΄Θάρρος΄΄ στις 21-9-1950.
 
Δύο από πρώτα αυτοκίνητα καθαριότητας.
                                   Τα  νερά  της  μπουγάδας
         Παρ’ οργάνων του Α΄ Αστυνομικού τμήματος συνελήφθη ο Ν. Π., κάτοικος Τρικάλων, επί της οδού Μακεδονίας, διότι δεν μερίμνησε διά την διοχέτευση των ακαθάρτων υδάτων της μπουγάδας εις υπόνομο ή αλλαχού, αλλά άφησε ταύτα να εξέλθουν εις τους δρόμους.
 Συνηθισμένο θέαμα τα χρόνια εκείνα ακόμα και μεταπολεμικά ήταν  η διέλευση μικρών και μεγάλων καραβανιών μουλαριών που αναστάτωναν τις γειτονιές και το κέντρο αφήνοντας πίσω κόπρανα και κάτουρα. Η πόλη μας από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας φημιζόταν για τους πολλούς αγωγιάτες με περισσότερους από τις βλαχόφωνες συνοικίες της Αγίας Μονής και των Κουτσομυλίων.    Περισσότερο βεβαρημένη ήταν η περιοχή του Βαρουσιού που προερχόταν και από το ξεχείλισμα  των βόθρων καθότι το έδαφος ήταν πετρώδες.

Μία σπάνια φωτογραφία από τη διασταύρωση Ασκληπιού-Καποδιστρίου, σήμερα το φαγάδικο του Τζίμη, όπου για πολλά χρόνια είχε γίνει υπαίθριο ουρητήριο.
Στο τοίχο της Καποδιστρίου υπήρχε και ανάλογη επιγραφή: ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΤΟ ΟΥΡΕΙΝ και  ΔΙΑΦΗΜΊΣΕΙΣ (Αρχείο Ν. Μπέλτσιου, φ. 2-11-1930). 


         Για την εκκένωσή τους υπήρχαν ειδικά συνεργεία που ο κόσμος τα αποκαλούσε «σκατατζήδες.» Για τη δουλειά τους χρησιμοποιούσαν ένα κουβά με τριχιά, μια μικρή σκάλα και για τη μεταφορά τους ένα διπλόκαρο και μερικά άδεια βαρέλια για την εναπόθεση των αποβλήτων. Συνήθως ήταν τρία άτομα, ένας κατέβαινε με σκάλα στο βόθρο μένοντας στο πάνω σκαλί και κρατώντας  στο ένα χέρι μια μεγάλη κουτάλα γέμιζε με το «περιεχόμενό» της τον κουβά που κρατούσε στο άλλο χέρι. Στη συνέχεια το έδινε στο δεύτερο εργάτη που βρισκόταν στο χείλος του βόθρου και αυτός στον τρίτο που ήταν στο έδαφος δίπλα στο κάρο με τα βαρέλια.
      Οι εργάτες προτού αρχίσουν την εκκένωση του βόθρου, φορούσαν μπότες, γάντια και τύλιγαν τα χέρια και τα πόδια τους με παλιές λινάτσες, ειδικά αυτός που κατέβαινε στο βόθρο. Το περιεχόμενο των βαρελιών συνήθως το άδειαζαν στον Αγιαμονιώτη κοντά στο μύλο του Ματσόπουλου, ή στα χωράφια για λίπασμα. Η αμοιβή προπολεμικά ήταν 150 - 200 δρχ. κι αυτή εξαρτιόταν από τη διάμετρο, το βάθος του βόθρου, ή από τον αριθμό των βαρελιών που γέμιζαν. Ο ιδιοκτήτης του βόθρου έπρεπε απαραίτητα να βγάλει άδεια από την αστυνομία και η εκκένωση γινόταν πάντοτε τη νύχτα συνήθως μετά τα μεσάνυχτα. Νοιώθοντας και οι ίδιοι ότι η δουλειά τους ήταν πολύ αηδιαστική και βρώμικη, φρόντιζαν πριν τη δουλειά τους να πιούν λίγο τσίπουρο για να είναι λίγο ζαλισμένοι. Τέτοια συνεργεία υπήρχαν ακόμα και μεταπολεμικά, όπως το αναφέρει η εφημερίδα «Αναγέννησις» σε σχόλιό της στις 16-12-1948.
       «Συστάσεις για την προμήθεια βυτίου από το Δήμο για το άδειασμα των βόθρων. ΄΄[…] Εκτός αυτού είναι και το μέσον που φανερώνει συγχρονισμόν, πολιτισμόν και εξαφάνισιν της δυσοσμίας που παρατηρείται όταν κάποιος βόθρος εκκενώνεται με εργατικά χείρας».
 
Συμπολίτης σε στιγμές «ανακούφισης», λάτρης του «αεράτου»
                                                 
      Τακτικά τα σχόλια των εφημερίδων για την άσχημη εικόνα του ποταμού, ειδικά μεταπολεμικά με την οικιστική ανάπτυξη.
       Μεγίστη υπάρχει ανάγκη καθαρισμού της κοίτης του ποταμού, ιδίως κατά την εποχήν ταύτην του έτους. Τα Τρίκκαλα, με όλην την ωραίαν αυτών φύσιν, είχαν αποβή η εστία των πυρετών ένεκα της μέχρι τούδε ακηδίας ( αδιαφορίας ) των αρμοδίων. Χάριν του κοινού καλού παρακαλούμεν την εκτελούσαν χρέη αστυνομίας χωροφυλακήν να απαγορεύση αυστηρώς την εν τω ποταμώ εναπόθεσιν των ακαθαρσιών, εκ μέρους των παρά τας όχθας οικούντων ( «Τρίκκαλα» 2-5-1883 ). 
       Γραφικό θέαμα αποτελούσαν και τα κατά διαστήματα υπαίθρια πλυσταριά στο ποτάμι από τις εκεί γύρω Τρικαλινές οικογένειες  που με πολύ καυστικά σχόλια οι εφημερίδες επέκριναν τη συνήθεια αυτή και κατηγορούσαν την αστυνομία και το Δήμο που τα επέτρεπαν. Τη γραφικότητα του χώρου τη συμπλήρωναν τα εκατοντάδες κρεμασμένα σκουτιά και εσώρουχα στις πρόχειρες εκεί δίπλα απλώστρες. Την κατάσταση περιγράφει με πολύ γλαφυρότητα το «Θάρρος» στο φύλλο της 11-1-1909.
                                             «ΜΙΑ  ΑΣΧΗΜΙΑ
     Μίαν μεγάλην ασχημίαν παρουσιάζει ο ποταμός εις εν των κεντρικωτέρων μερών της πόλεως. Το μέρος εκείνο από του καφενείου του κ. Παπανικολάου ( σήμερα Μπουλογιώργου ) έως επάνω εις την Εισαγγελία, δυτικά Αγίου Στεφάνου, εις την απέναντι όχθην έχει μετασχηματισθή εις πλυσταριό. Καθ’ εκάστην βλέπει κανείς πλυνόμενα όλα τα ρούχα του νοσοκομείου και των στρατιωτών. Καζάνια στημένα εδώ, εσώβρακα απλωμένα εκεί, τάχα δεν είναι δυνατόν ν’ απαγορευθή αυτό το πλύσιμο εις το μέρος εκείνο είναι δύσκολον να υποχρεωθούν εκείναι αι πλύντριαι, εφ’ ου θέλουν να πλύνουν εις το ποταμόν, να πηγαίνουν ολίγον παραπάνω. Μία Αστυνομική διάταξις κ. Σκουτερίδη απήλλασε την πόλιν της αηδίας αυτής και σας παρακαλούμεν μη διστάσητε να την εκδώσητε». 
 
Παλιά εικόνα οδοκαθαριστών σε εκχιονισμό στην κεντρική πλατεία. Στο μέσον  με τη ρεμπούμπλικα ο γνωστός και συμπαθής Β. Καταφυγιώτης που ένα διάστημα χρημάτισε, επόπτης καθαριότητα και γενικός αρχηγός  της ποδοσφαιρικής ομάδας του Αχιλλέα Τρικάλων (φ. 1964).
       Ανάλογα φαινόμενα έβλεπε κανείς και μεταπολεμικά στα σημεία που είχαν ανοιχτεί αρτεσιανά.     
       Δεν έλειπαν τα παράπονα, όπως και σήμερα, ότι συγγενικά πρόσωπα των εκάστοτε δημάρχων αναλάμβαναν δουλειές του Δήμου όπως μας το αποκαλύπτουν οι «Εργάται» στο φύλλο της 28-1-1884.
    Ζητούμεν συγγνώμην ! παρά του κ. δημάρχου, διά τα παράπονα ημών κατά του φωτισμού και της καθαριότητος της πόλεως. Μέχρι της χθες ηγνοούμεν ότι ο εργολάβος του φωτισμού είναι γαμβρός αυτού, της δε καθαριότητος ή κυριολεκτικώτερον του οδοκαθαρισμού ο πολύτιμος αυτού αδελφός. Συγγνώμην λοιπόν επαναλέγομεν, διότι δεν θέλομεν ουδέν το παράπαν να εγγίσωμεν τα οικογενειακά συμφέροντα.
       Ένα άλλο σημείο από τα πιο βρώμικα κομμάτια της πόλης ήταν και ο περιμετρικά χώρος της σημερινής πλατείας Κιτριλάκη, όπου από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και μέχρι το 1938 γίνονταν το εβδομαδιαίο ζωοπάζαρο της πόλης και πλησίον αυτής στο πρανές του ποταμού τα ΄΄σφαγεία΄΄ της πόλης. Κάθε τι άχρηστο μετά τη σφαγή, έντερα, κόπρανα, κόκκαλα, αίματα και κάθε τι άλλο κατρακυλούσαν στο πρανές του ποταμού σχηματίζοντας ένα ιδιόμορφο και πολύ βρώμικο «καταρράχτη». Μόνιμοι πελάτες τα σκυλιά και οι γάτες.
΄΄[…] είναι δε αδύνατον πλησιάση τις αυτόθι χωρίς να φράξη ερμητικώς την ρίνα αυτού («Θάρρος» 19-8-1911). 
  Το βρώμικο σκηνικό το συμπλήρωναν  οι εκεί απέναντι ξύλινοι απόπατοι του Δήμου και σε ειρωνικά σχόλια των εφημερίδων επαινούσαν τον δήμαρχο που τα κόπρανα και τα ούρα των συμπολιτών κατέληγαν στα τρεχούμενα νερά του Ληθαίου που λειτουργούσε ως «σύγχρονος» βόθρος.

        
Σκίτσο αναπαράστασης του ιππήλατου καταβρεχτήρα της πόλης (1888-1926). 
(Αρχείο Μ. Δεληλίγκα)
     Πλην των ξύλινων απόπατων υπήρχαν και οι υπαίθριοι όπου πολλοί συμπολίτες σε καθημερινή βάση έβρισκαν «ανακούφιση» στα βάθρα των παλιών πέτρινων γεφυριών, σε απόκρυφες λακκούβες οικοπέδων και στα πρανή του ποταμού με τα πυκνά και ψηλά γουμαράγκαθα. Παράνομοι απόπατοι είχαν γίνει μεταπολεμικά και τα εναπομείναντα πολυβολεία των κατοχικών δυνάμεων και δεν ήτα λίγα σε διάφορα σταυροδρόμια της πόλης. Τα παραπάνω συμπληρώνονταν με τα παράνομα και δημοτικά ουρητήρια όπου τα ούρα των αντρών σχημάτιζαν μικρά ρυάκια στα ρείθρα των δρόμων.  Από τα πολυσύχναστα  παράνομα υπαίθρια κεντρικά ουρητήρια ήταν εκείνο στη διασταύρωση των οδών Ασκληπιού – Καποδιστρίου, στη μάντρα του Καραγκιόζη Μπέλτσιου, σήμερα το φαγάδικο του Τζίμη. Ανάλογο υπήρχε και στη διασταύρωση Ασκληπιού – Φλεγύου δίπλα στην παλιά και γνωστή ταβέρνα του Κύρνα, που ανάγκαζε τον ίδιο τακτικά να ασβεστώνει τη μάντρα γράφοντας με μεγάλα γράμματα : «ΤΟ  ΟΥΡΕΙΝ – ΜΑΓΚΟΥΡΑ» και στο κάτω μέρος «Ο ΠΟΥΛΑΣ» Από τη λέξη αυτή οι περισσότεροι τον ήξεραν ως Πούλα. Το «Θάρρος» μάλιστα σε σχόλιό του στις 18-9-1909 προτείνει να τιμωρούνται παραδειγματικά όσοι πάνε χωρίς ντροπή και κατουράνε όχι στα δημοτικά ουρητήρια αλλά στις μάντρες. Ο στρατός μάλιστα σε συνεργασία με το Δήμο και τη νομαρχία τοποθέτησε ειδικούς φρουρούς για τη σύλληψη των παραβατών οι οποίοι στη συνέχεια θα οδηγούνταν στο αυτόφωρο.
       Ο Δήμος στην προσπάθειά του να περιορίσει τα υπαίθρια παράνομα ουρητήρια κατασκεύασε ο ίδιος ανάλογα μαρμάρινα σε κεντρικά σημεία της πόλης. Δύο στη παλιά λαϊκή αγορά (Χασάπικα), έξω από τη μάντρα του κέντρου Κλειδωνά – Ελευθεριάδη (σήμερα  ξενοδοχείο «Αχίλλειον») και σε άλλα κεντρικά σημεία τα οποία στα μέσα της δεκαετίας του 1910 ανέρχονταν στα 10.

Ένα από τα παλιά απορριμματοφόρα του Δήμου (φ. 1987).

    Τα ολίγα ουροδοχεία άτινα προ εξ και πλέον μηνών ετοποθετήθησαν εις διάφορα  της πόλεως μέρη κατέστησαν εστίαι μολυσματικαί διότι ουδέποτε εκαθαρίσθησαν…
       Διευθυντής τα χρόνια εκείνα στην πόλη ήταν κάποιος Μιχαλόπουλος που διακρινόταν για την αυστηρότητά του, ειδικά στα θέματα της καθαριότητας, «[…] έχων την θέλησιν να πατάξη αμειλήκτως πάντα μη συμμορφούμενον με τας υποδείξεις του».
      Πέρασαν δεκάδες χρόνια από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και κάποιες κακές συνήθειες του παρελθόντος εξακολουθούν και σήμερα να βρίσκουν μιμητές, τα βράδια στα πρανή του ποταμού ή σε σκοτεινά σταυροδρόμια., που οι παλιές εφημερίδες σε σχόλιά τους γα το συνηθισμένο θέαμα, μεταξύ σοβαρού και αστείου το σχολίαζαν ότι οι συμπολίτες μας προτιμούν το α ε ρ ά τ ο.   
      Στους χώρους αυτούς και σε κάποιους άλλους που υπήρχαν εστίες βρωμιάς, ο Δήμος κατά διαστήματα ψήφιζε ειδική πίστωση για αγορά ασβέστη.  Σε ειρωνικά σχόλια οι εφημερίδες ανέφεραν ότι πολλές φορές οι εργάτες καθαριότητας, αντί να κάνουν πραγματική απολύμανση  με την ανάλογη ποσότητα ασβέστου το μετέτρεπαν σε ασβεστόγαλο που έμοιαζε  με το γάλα των γαλακτοπωλών, με αποτέλεσμα να μη γίνεται κανονική απολύμανση.
       Τα χρόνια περνούν, η πόλη μεγαλώνει και νέοι δρόμοι δημιουργούνται με τη σταδιακή εφαρμογή του νέου σχεδίου (1885), ενώ συγχρόνως πολλαπλασιάζονται  και οι απαιτήσεις. Τα σχόλια  των εφημερίδων και τα παράπονα του κόσμου δεν είναι μόνο για την καθαριότητα και το φωτισμό, αλλά και για το κατάβρεγμα των δρόμων το καλοκαίρι που τα χρόνια εκείνα ήταν όλοι χωματόδρομοι.
 
Ο πρώτος καταβρεχτήρας του Δήμου(1926) που για πολλά χρόνια χρησιμοποιούνταν και ως πυροσβεστικό όχημα με οδηγό τον Απ. Καλιάρα.
      Για τις ανάγκες νερού του ιππήλατου για το κατάβρεγμα αποφασίσθηκε στην αρχή η κατασκευή ενός  μαγγανοπήγαδου κάτω από τη σημερινή γέφυρα Κιτριλάκη (Μαρούγγινας), αλλά λόγω προβλημάτων η πλήρωση στη συνέχεια γινόταν από το νερό του ποταμού. Η «Αναγέννησις» σε σχόλιό της στις 3-10-1902  προτρέπει το Δήμο να συστήσει στον εργολάβο να μη λυπάται το νερό μια και το ποτάμι περνάει ανάμεσα από τα «σκέλη» μας και εννοούσε το Ληθαίο.
      ΄΄[…] ένα τόσον μεγάλον ποταμόν που περνά από μέσα από τα σκέλη μας να λυπούμεθα ασήμαντον έξοδον… Για το καλό κατάβρεγμα των δρόμων ο εργολάβος έπρεπε να ρίχνει γύρω στα 105 βυτία νερού την ημέρα όπως μας το αναφέρει το «Θάρρος» στις 246-1911.
       Τρία χρόνια αργότερα η ίδια εφημερίδα (19-7-1914) καταφέρεται εναντίον του εργολάβου που ενώ προέβλεπε να έχει  δύο μεγάλα βυτία με ανάλογο προσωπικό και τέσσερα ζώα δεν είχε τηρήσει τίποτα από τα συμφωνηθέντα.                                                                                   Τα δημοσιεύματα και τα παράπονα από τις εφημερίδες είναι διαχρονικά και τα καταβρέγματα τα παρομοίαζαν με κατούρημα. ΄΄[…] δι’ οικονομίαν ύδατος τρέχει αστραπιαίως, επιπολαίως καταβρέχον… Ήταν τόσο η σκόνη στους δρόμους, που οι τότε εφημερίδες την αποκαλούσαν «κονιορτοβρεθή πόλη».


      Τα σκίτσα που παραθέτουμε είναι από ιππήλατους καταβρεχτήρες.
     Τα πρώτα καταβρέγματα στους δρόμους άρχισαν να γίνονται προς τα τέλη της δεκαετίας 1880 - 90, όπως μας το αναφέρει οι εφημερίδα «Οι Εργάται» στο φύλλο της 5-7-1888.
      Ευεργετικόν είναι το μέτρον της καταβρέξεως της παραποταμίας οδού, όπερ προ ημερών ήρξατο εφαρμόζουσα η δημοτική αρχή. Ήτο άδικόν και αηδές εν ταυτώ να βυθίζεταί τις μέχρι των αστραγάλων εν τω κονιορτώ της μάλλον συχναζομένης οδού…
       Τελικά το 1926, ο Δήμος θα προμηθευτεί τον πρώτο μηχανοκίνητο καταβρεχτήρα που για πολλά χρόνια ακόμα και μεταπολεμικά μέχρι το 1964, που ήλθε και εγκαταστάθηκε η πυροσβεστική υπηρεσίας.  
  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου